Ποιός είναι ο εικονιζόμενος
Παροιμία
Πάν μέτρον άριστον.
Διατροφή
Πρόσθετα τροφίμων
Ε127 – Επικίνδυνο
Ερυθροσίνη
Ευ Ζήν
Αποφεύγουμε τα έτοιμα παρασκευασμένα
αλλά και κατεψυγμένα τρόφιμα.
Τοιχογραφία
Μην φτύνετε κάτω, υπάρχουν πολλοί απο πάνω σας.
Στοιχάκι
Διάφορα
Το μουνί και το πριόνι,
οποίος δεν το ξέρει ιδρώνει...
H άλλη γυναίκα
Ντοκιμαντέρ
► Πατήστε για προβολή
Ψυχιατρική – Μια βιομηχανία Θανάτου
Ζώδια
Κριός
Ατάκα μετά το σεξ :
Ωραία, πάμε πάλι από την αρχή...
Βιβλίο
► Πατήστε για ανάγνωση
Λυσιστράτη – Αριστοφάνης

Javascript απενεργοποιημένη


Πρέπει να ενεργοποιείστε την javascript και να πατήστε Επαναφόρτωση (Reload) για να δείτε την σελίδα !

Σατυρικά



Τα βυζιά σου τα μεγάλα,
βγάζουνε κουβάδες γάλα,
άνοιξε γαλατάδικο,
μη πάει το γάλα άδικο.



Το χύσι μου είναι θεϊκό
και στο κερνάω για ποτό!



Βλέπεις εκείνο το βουνό,
που `ναι γεμάτο γίδια,
θυμάσαι που σε γάμαγα,
και μου `γλειφες τ` αρχίδια



Νά`χα μύδια, νά`χα γαύρο,
νά`χα κι ενα πούτσο μαύρο,
να στο βάλω, να στο χώσω,
και τον κώλο σου να οργώσω,
να θυμάσαι και να ξέρεις,
πως πολύ θα υποφέρεις.



Η φύση με αδίκησε,
παράπονο μεγάλο,
τον πούτσο τον τεράστιο,
δεν έχω που να βάλω,
καλά που βρήκα εσένα,
με ένα μουνί γαλότσα,
να με χωράει άνετα,
σα φορτηγού καρότσα!



6 αγγούρια σου `στειλα,
τα 5 για σαλάτα,
το 1 για τον κώλο σου,
για να περνάς γαμάτα.



Μια βραδιά στο Πόρτο Ράφτη,
σε γαμούσα με ένα ναύτη.
Κι άμα θέλεις κι άλλη πούτσα,
ξέρω ναύτη και στη Λούτσα!



Το βλέπεις εκείνο το βουνό,
αράπης κατεβαίνει,
κρατά την πούτσα του γερά,
κι εσένα περιμένει!



Δώρο σου στέλνω φίλε μου,
τώρα που φεύγει ο χρόνος,
δέκα ψωλές αράπικες,
να σε γαμούν συγχρόνως!



Συγνώμη που σ`αγάπησα μα πιά δε σε προσμένω,
δεν ήξερα πως ήσουνα ένα μαλακισμένο,
κάποτε ήσουν όμορφο και κόλλησα μαζί σου,
μα τώρα σε ξεπέρασα και άντε και γαμήσου!



Σου στέλνω εικονομύνημα,
τον πούτσο μου σε στύση.
Πρόσεχε με τα πλήκτρα σου,
μην θέλει και σε χύσει.



Να ζήσεις παπάρι και χρόνια πολλά,
μεγάλος να γίνεις να χύνεις συχνά.
Παντού να σκορπίζεις το άσπρο υγρό,
και όλες να λένε αχ θέλω κι εγώ!



Από το λούκι ανέβαινα έκπληξη να σου κάνω
και είδα εσενα με πέντε από πάνω.
Τα` χασα, τρελάθηκα, δεν είπα ούτε λέξη,
το παντελόνι έβγαλα κι ευθύς γίναμε έξι.



Κάτω από το φώς του φεγγαριού,
σε σκέφτομαι και κλαίω,
μετά το ξανασκέφτομαι,
ρε δε γαμιέσαι λέω.



Τον πούτσο μου τον έχασα, αργά εχτές το βράδυ,
σε κάνα κώλο θά `μεινε ή σε μουνί πηγάδι.
Δεν τον βρίσκω πουθενά, τον κόσμο έχω φάει όλο,
αν θέλεις ρίξε μια ματιά και στο δικό σου κώλο.



Θα σου χάριζα το φεγγάρι αλλά πέφτει το πρωί,
θα σου χάριζα τον ήλιο αλλά πέφτει το βράδυ...
Γι` αυτό σου χαρίζω τη ψωλή μου που δεν πέφτει ποτέ!



Ένα καράβι έρχεται
με κόκκινο πανάκι,
από τα μάτια σου κατάλαβα
πώς είσαι πουτανάκι.



Να φάς αράπικη ψωλή 45 πόντους,
τέσσερα δάκτυλα χοντρή και φλέβες κόμπους,
να `χει παπάρι σαν γροθιά κι αρχίδια σα τουλούμια,
να κρέμονται απ` τον κώλο σου, σαν συριανά λουκούμια.



Τρία καράβια έρχονται, από το Μπαγκλαντές
και κουβαλάν στα αμπάρια τους χιλιάδες δονητές.
Έλεγχο εμπορεύματος, θα κάνουνε στο Βόλο,
γιατί δεν πάς για δοκιμή, που έχεις ωραίο κώλο;



Πρόσεχε λίγο τον καιρό,
γιατί θα φέρει γρίπες.
Το μόνο για να ζεσταθείς,
είναι να παίρνεις πίπες.



Σκατά να φάς,
σκατά να πιείς,
σκατά να πάς να χέσεις,
απ`τα σκατά να σηκωθείς
και στα σκατά να πέσεις.



Ανάμεσα στα μπούτια σου,
φύτρωσε πρασινάδα.
Αχ! Να `ταν γίδα ο πούτσος μου,
να τρώει για μια βδομάδα.



Θά `θελα νά `μουν ποιητής,
να `ρθώ να σε υμνήσω.
Όμως δεν είμαι ποιητής,
να `ρθώ να σε γαμήσω;



Το αφράτο κωλαράκι σου,
θα κάνω πορτοφόλι,
να βάζω μέσα τα ψιλά,
και την ψωλή μου όλη.



Φασολάδα τρομερή,
κάθε βήμα και πορδή
κι άμα βάλεις και καρότο,
κάνει πιο μεγάλο κρότο.



Ο κώλος σου είναι ζάχαρη
και ο πούτσος μου καφές.
Σε σκίζω και σε χύνω,
να γίνουμε φραπές!



Στον αχυρώνα πήγαμε, να πάρουμε σιτάρι,
τον πούτσο μου τον έπαιζες, τον έκανες στιλιάρι.
Μετά εγώ σε πήδαγα, πάνω στο τρακτέρι,
στον έβαζα και γέλαγα, όλο το μεσημέρι.



Ο πούτσαρος και ο μούναρος, τα 2 μεγάλα κράτη,
κάναν` επανάσταση, επάνω στο κρεβάτι,
νίκησε ο μούναρος και πήρε το βραβείο,
νευρίασε ο πούτσαρος, τον έσκισε στα δύο!



Ο πούτσος μου καρβέλι
και το μουνί σου μέλι,
έλα να τα ενώσουμε,
να κάνουμε παστέλι.



Είμαι πειρατής
και στα βαθειά βουτάω,
γουστάρω τα μουνάκια,
σκληρά να τα γαμάω.



Τα χείλη σου και η ψώλα μου,
κάνουν στενή παρέα,
συχνά πυκνά ανταμώνουνε
και ζούνε μέσ`την τρέλα!



Απόψε σε ονειρεύτηκα,
ντυμένη νοσοκόμα,
σε έπιασα, σε γάμησα
και έπεσα σε κώμα.



Πήρε ο πούτσος μου φωτιά,
ζητάω ενισχύσεις,
βάλε στον κώλο σου νερό
κι έλα να μου τη σβήσεις.



Το στήθος σου υπέροχο
και το κορμί σου φίδι,
μα απ`το βρακάκι σου θαρρώ,
πως κρέμεται ένα αρχίδι.



Απ` τη Σερβία έρχομαι και `σένα περιμένω,
τον πούτσο μου, με ουράνιο, έχω εμπλουτισμένο.
Γαμήσι ραδιενεργό, το ξέρω σου αρέσει,
πυρηνικά απόβλητα, ο κώλος σου να χέσει.



Απ` τη ζωή στα Τάρταρα,
είναι ένα μονοπάτι
κι από τον κώλο στο μουνί,
δυο δάκτυλα και κάτι.



Σε είδα στο ποδήλατο
και ήσουν όλο τρέλα,
μετά όμως κατάλαβα,
πως έλειπε η σέλα.



Τρείς οι γεύσεις ηδονής,
τρείς οι τρύπες της γυνής.
Για το γέρο φτάνει η τρύπα,
για τον νέο η πίσω τρύπα,
μα εσύ ο πουτανιάρης
και τις τρείς τις κουμαντάρεις!



Καλύτερα να βάραγα, δέκα μαλακίες,
παρά να γαμηθώ, με 7–8 Μαρίες!



Δε θέλω Coca Cola,
δε θέλω 7up,
θέλω στο κωλαράκι σου,
να κάνω limit up!



Φεγγάρι, γιατί κρύφτηκες,
στα σύννεφα απο πίσω;
Βγές γαμώ την τύχη μου,
δε βλέπω να γαμήσω!



Η φάτσα σου μανάρι μου,
έχει μεγάλη πλάκα,
δώσ` μου τη στις απόκριες,
να κάνω το μαλάκα!



Οι κοπελιές το προτιμούν,
του γέρου το γαμήσι,
γιατί αργεί να σηκωθεί,
κι αγανακτά να χύσει.



Εχθές όταν κοιμόμουνα, στο σπίτι μου μονάχος,
γαμήσια ονειρευόμουνα και μ` έπιανε το άγχος.
Με την αυγή σαν ξύπνησα, σκέφτηκα εσένα,
και το καυλί μου χόρεψε, για σένα μακαρένα.



Από την πόρτα σου περνώ
και μου πετάς μια γλάστρα.
Κάτσε καλά μην ανεβώ
και σου γαμήσω τ` άστρα.



Ο κώλος σου και ο πούτσος μου,
γίνανε κολλητάρια
και η σούφρα σου βασίζεται,
στα δυο μου τα παπάρια.



Το μουνί σου φλόγες βγάζει,
λές να είναι πετρογκάζι;



Είσαι μεγάλος ποιητής
και έχεις πολλά μολύβια,
ζωγράφισε μου το καβλί,
και κλάσε μου τ`αρχίδια.



Εκεί ψηλά στον Όλυμπο,
που `χει δυο μέτρα χιόνι,
σε γάμαγα και έλεγες
η τρύπα μου κρυώνει.
Κι όταν σου έχωσα,
τον πούτσαρο στον κώλο,
επόναγες και έβλεπες,
απέναντι τον Βόλο.



Οδήγαγα στην Εθνική και είδα δέκα μούνες,
τα αρχίδια μου κοκκίνησαν και γίναν παπαρούνες.
Πριστήκανε και γέμισαν, σαράντα τόνους χύσι
και αμέσως ονείρευτηκα, θεότρελο γαμήσι.



Στην Αφρική επέζησες, μαζί με τα λιοντάρια,
αράπηδες πιπώνοντας με τριχωτά παπάρια.
Τώρα που πίσω γύρισες, μου θέλεις και σαφάρι,
τις μαλακίες ξέχασε και ρούφα το παπάρι.



Τον όμορφο τον κώλο σου,
τον έκανα ροδέλα
και τώρα με τον κώλο σου,
δουλεύουν τα μπουρδέλα.



Ο κώλος σου έγινε γνωστός,
σ` όλη την επικράτεια,
πρώτα για τα γαμήσια του,
μετά για την ακράτεια.



Σήκωσε την φουστίτσα σου,
να δω το ερημοκλήσι,
να βάλω τον καλόγερο,
να σου το λειτουργήσει.



Σκατά εδώ, σκατά εκεί,
σκατά ο κόσμος όλος,
απ`το πολύ το χέσιμο,
μου πιάστηκε ο κώλος.



Άντε να πάς στο διάολο
και άντε και γαμήσου,
και άμα δεν έχεις όρεξη,
γαμώ την αδερφή σου!



Να ήμουνα ο Άγγελος,
να ήσουν η Αγγέλα,
να σ` έβαζα στον πούτσο μου,
να κάνεις κούνια–μπέλα.



Κάτω από το φουστάνι σου
υπάρχει μια ντομάτα,
να βάλω το αγγούρι μου,
να κάνουμε σαλάτα;



Ο Μήτσος το καλό παιδί και το άξιο παλικάρι,
γαϊδάρου κώλο φίλησε και πήρε ένα δεκάρι.
Το δεκάρι το `δωσε και πήρε μια χλωρίνη,
την έβαλε στον κώλο του και πήγε στην Σελήνη.



(το) γλυκό σου προσωπάκι,
(μου) ραγίζει την καρδιά,
(νι)κημένος από αγάπη,
(σου) ζητώ παρηγοριά,
(θέλω) κάτι να σου πώ,
όμως (τώρα!) δε μπορώ.
Κοίτα τις παρενθέσεις μόνο!



Να ζήσεις καυλιάρη και χρόνια πολλά,
μεγάλος να γίνεις, μ` αρχίδια βαριά.
Μουνιά να ξεσκίζεις, πρωκτούς να πηδάς
και όλοι να λένε, να ένας γαμιάς!



Ο πούτσος μου ελαστικός,
σα λάστιχο Pirelli,
να παίρνει την κατεύθυνση,
που το μουνί σου θέλει.



Σε γαμάω στη φλοκάτη, πετώντας πάνω απ` τη Βαγδάτη.
Είμαι ψωλαράς φακίρης, του μουνιού σου ο εμίρης
και όταν πάμε εμιράτο, θα σε πάρω καρεκλάτο!



Ο κωλαράκος σου αγρός
και η ψωλή μου φρέζα,
σε γάμαγα και έτρεχες,
σαν subaru impreza!



Της θάλασσας τα κύματα,
χτυπάνε βράχο–βράχο,
και σαν εσένα ποιητές
στ` αρχίδια μου τους γράφω!



Πήγα εχθές στην Αίγυπτο,
άκου να δείς τι είδα,
να σε γαμούν οι Φαραώ,
μέσα στην πυραμίδα.
Τους τάφους σαν προσκύναγες
και ήσουνα σκυμμένη,
ο Ραμσής ο 4ος,
στην είχε καρφωμένη!



Τον πούτσο μου σου έδωσα,
στα δυο σου τα χειλάκια
κι απ` την χαρά σου βάραγες,
δυο ώρες παλαμάκια!



Κάνω βάρη κάθε μέρα,
για να σε γαμώ μ` αέρα.
Έχω σφίξει έχω δέσει,
θα πονάς και θα σ`αρέσει.
Θα γαμιώμαστε στον κάμπο
και θα λές, σκίσε με... Ράμπο.



Χρόνια πολλά σου εύχομαι και μες σ` αυτά τα χρόνια,
πούτσες να φας αμέτρητες, μακριές σαν μακαρόνια,
χοντρές σαν καραβόσχοινα, σκληρές σαν το ατσάλι,
να μπαίνουνε στον κώλο σου και να σου φέρνουν ζάλη!



Το βλέπεις εκείνο το βουνό,
που `ναι γεμάτο ρύζι;
Θυμάσαι που σε γάμαγα
και έλεγες, τί μυρίζει;



Δύο χρονάκια μείνανε, για την Ολυμπιάδα,
συμμετοχές ζητήσανε, απ` όλη την Ελλάδα.
Εσύ αμέσως έτρεξες, μα σ` έπιασαν οι λύπες,
αφού δε διοργάνωναν, πρωτάθλημα στις πίπες!



Μια αγγελία έβαλα, να δώ αν πιάσει τόπο.
Ζητείται κώλος να χωρεί, δυο πούτσες δίχως κόπο.
Αμέσως τηλεφώνησες και μου `πες με ενδιαφέρει,
εμένα τρώει μέχρι εφτά, δίχως να υποφέρει!



Τα γυμνασμένα μπράτσα σου,
δε θέλουνε βραβεία,
μόνο λίγη ξεκούραση,
από τη μαλακία!



Βλέπεις εκείνο το Βουνό,
με την κορφή κεράσι;
Ο πούτσος μου στο κώλο σου,
κοντεύει να γεράσει!



Σε ταβέρνες και μπουζούκια, σε παρτούζες και τσιμπούκια,
είσαι σκρόφα μέσα σ` όλα, είσαι ρόμπα και καριόλα.
Κι αν μου πάρεις μία πίπα, τα ξεχνάω όλα!



Από την πόλη έρχομαι
και στην κορφή κανέλα.
Άνοιξε το καπέλο σου,
να μήν βραχεί η ομπρέλα!



Τη μάνα σου τη γάμησα,
μέσα σε ένα πλοίο
και ήρθε ο καπετάνιος του
και κάναμε και τρίο!



Ένα πρωί που ξύπνησα, με τρώγανε τ αρχίδια.
Στον κώλο σου τα έξυσα και ήρθανε στα ίδια.
Μα στο μουνί σε έπιασε και σένα μια φαγούρα
και με τον πούτσο το `ξυσα, μωρή παλιοχαμούρα.



Παντού τριγύρω θάλασσα
κι ο πούτσος μου νησάκι,
θα προτιμήσεις τον πνιγμό,
ή ένα γαμησάκι;



30 Θεσσαλονικείς και 10 από τη Σπάρτη,
στον κώλο σου εκάνανε, ένα μεγάλο πάρτυ.
Ο κώλος σου όμως γέμισε, ασφυκτικά με πέη,
όταν στο πάρτυ ήρθανε και 12 Θηβαίοι!



O πούτσος σου μονόδρομος
κι αν μ`έκανε να κλάψω,
εγώ θα`μαι η μουνάρα σου,
δεν πρόκειται ν`αλλάξω.



Η ψωλή του θείου Νικόλα,
έχει γεύση κόκα–κόλα.
Η δική μου έχει φάντα,
για να την θυμάσαι πάντα.





Ανέκδοτο
Πώς λέγεται
Πώς λέγεται αυτή που τα έχει συγχρόνως με ένα μπάτσο και ένα ποδοσφαιριστή;
Του κλώτσου και του μπάτσου.
Σοφά Λόγια
Δημόκριτος
Ηδοναί άκαιροι τικτούσιν αηδίαν.
Προκαλούν αηδία, οι δίχως λόγο ηδονές.
Τεκμήριον
Η γέννηση της Αθηνάς
Βρέ δε πα να γα